Εξαφάνισε και το παραμικρό
ίχνος καρκίνου σε ασθενείς με λευχαιμία που βρίσκονταν σε τελικό στάδιο
και που με τις συμβατικές θεραπείες θα είχαν μόλις μερικούς μήνες
ζωής...
Τα
εντυπωσιακά αποτελέσματα της επαναστατικής αντικαρκινικής θεραπείας με
Τ-λεμφοκύτταρα σηματοδοτούν την εκκίνηση της αντίστροφης μέτρησης για
την εξάλειψη της μάστιγας του αιώνα.
Το όνομα του δρ. Στάνλεϊ Ρίντελ, ερευνητή του Κέντρου Χάτσινσον του Σιάτλ και καθηγητή Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, έγινε τις προηγούμενες ημέρες γνωστό σε όλον τον κόσμο, καθώς πέτυχε κάτι που μέχρι πρότινος φάνταζε ακατόρθωτο: Εξαφάνισε και το παραμικρό ίχνος καρκίνου σε ασθενείς με λευχαιμία που βρίσκονταν σε τελικό στάδιο και που με τις συμβατικές θεραπείες θα είχαν μόλις μερικούς μήνες ζωής. Για τη ρηξικέλευθη μέθοδο, η οποία αναμένεται να αποτελέσει τον τρίτο πυλώνα της μάχης κατά του καρκίνου, μαζί με την ακτινοβολία και τη χημειοθεραπεία, μίλησε στην εφημερίδα «Έθνος» ο άνθρωπος που έδωσε ελπίδα σε εκατομμύρια ασθενείς.
«Πολλές ομάδες και εταιρίες εργάζονται για να αναπτύξουν μια θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα και να κάνουν αυτές τις θεραπείες διαθέσιμες ευρέως σε ασθενείς στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Η έγκριση για τη θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα που ανιχνεύουν της πρωτεΐνης CD19 στα καρκινικά κύτταρα θα έρθει μέσα στα επόμενα 2 με 3 χρόνια» εκτίμησε ο δρ. Στάνλεϊ Ρίντελ.
Η μέθοδος του
Η ομάδα του ακολούθησε την εξής διαδικασία: Έλαβαν Τ-λεμφοκύτταρα από τον οργανισμό ασθενών με καρκίνους του αίματος, τα οποία στη συνέχεια τροποποίησαν γενετικά, έτσι ώστε να σκοτώνουν τα καρκινικά κύτταρα, και τέλος τα επανεισήγαγαν στον ασθενή σε ενέσιμη μορφή.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της εφημερίδας, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: Ακόμα και καρκινοπαθείς σε προχωρημένο στάδιο και με μεταστάσεις, που δεν αναμενόταν να ζήσουν πάνω από 5 μήνες, βρέθηκαν 18 μήνες αργότερα χωρίς ίχνος της κακοήθειας, κάτι που ο δρ. Ρίντελ χαρακτήρισε «άνευ προηγουμένου στην Ιατρικής».
Τα στατιστικά
Το 94% των ασθενών με οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία εμφάνισαν πλήρη ύφεση της νόσου, ενώ σε κλινικές δοκιμές σε 40 ασθενείς με μη-Χότζκινς λέμφωμα ή χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία, οι μισοί εμφάνισαν πλήρη ύφεση στο ίδιο διάστημα και πάνω από το 80% ανταποκρίθηκαν θετικά.
«Οι θεραπείες έχουν δείξει ότι ενεργούν σε καρκίνους του αίματος και του μυελού των οστών (σ.σ. στους λεγόμενους “υγρούς όγκους”) και, πιο συγκεκριμένα, στη β-οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία, στο μη-Χότζκινς λέμφωμα και στη χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία».
Πάντως, ο δρ. Ρίντελ έκανε γνωστό ότι «αυτήν την περίοδο ξεκινούν σε διαφορετικά ερευνητικά κέντρα οι πρώτες δοκιμές σε μη υγρούς καρκίνους».
«Η θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα είναι ένα από τα πολλά είδη ανοσοθεραπείας που έχουν εντυπωσιακά αποτελέσματα στις κλινικές δοκιμές. Αυτές οι νέες θεραπείες μπορεί να είναι αποτελεσματικές είτε από μόνες τους είτε σε συνδυασμό με τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία/φαρμακοθεραπεία», σχολίασε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας στο Σιάτλ.
Ένσταση για την ασφάλεια της μεθόδου
Η βασική ένσταση που έχει διατυπωθεί έχει να κάνει με την ασφάλεια της μεθόδου. Στις κλινικές δοκιμές ορισμένοι ασθενείς, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας, εμφάνισαν παρενέργειες (πυρετό, υπόταση), ενώ δύο απεβίωσαν.
«Η ασφάλεια είναι ένα σημαντικό ζήτημα και είναι αλήθεια ότι η θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα μπορεί να έχει σοβαρές παρενέργειες σε ορισμένους ασθενείς. Αρχίζουμε να κατανοούμε γιατί ορισμένοι ασθενείς παρουσιάζουν παρενέργειες και αναπτύσσουμε θεραπείες που να τις μειώνουν».
Η ομάδα θεωρεί ότι μειώνοντας τη δόση Τ-λεμφοκυττάρων θα μειώσει και τις παρενέργειες. Ωστόσο σημειώνει ότι «το προφίλ ασφαλείας αυτής της θεραπείας είναι παρόμοιο με εκείνο εναλλακτικών θεραπειών που θα λάμβαναν αυτοί οι ασθενείς».
Μια μάχη που κρατάει 20 χρόνια
Ο Ριντέλ δίνει εδώ και 20 χρόνια τη μάχη ενάντια στον καρκίνο με τη βοήθεια των Τ- λεμφοκυττάρων. Εχοντας εξειδικευθεί στην ογκολογία και την ανοσολογία, ο Ριντέλ έγινε μέλος του Κέντρου Αντικαρκινικών Ερευνών Φρεντ Χάτσινσον του Σιάτλ το 1991, ενώ το 2000 έγινε καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον.
Μαζί με 23 συναδέλφους του στο Φρεντ Χάτσινσον και το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον έγιναν το 2010 η πρώτη ομάδα που έλαβε το Βραβείο Επιστήμης της Διεθνούς Εταιρείας Βιολογικής Θεραπείας του Καρκίνου για κλινική μεταφορά της ανοσοθεραπείας κατά του καρκίνου.
Συνεργασία με ερευνητές
Πολλά ερευνητικά ιδρύματα προσπαθούν να τελειοποιήσουν την ανοσοθεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα. Η ίδια η ομάδα του δρος Ριντέλ συνεργάζεται με πολλές επιστημονικές ομάδες σε όλον τον κόσμο και, όπως μας είπε, «η μέθοδος που ερευνούμε στις κλινικές δοκιμές κατά της λευχαιμίας προήλθε από μια συνεργασία του εργαστηρίου μου με το εργαστήριο του δρος Μπους στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου».
Τα αποτελέσματα δεύτερης έρευνας επιβεβαιώνουν
Παράλληλα με τις ανακοινώσεις της ομάδας του Στάνλεϊ Ριντέλ, τα αποτελέσματα μιας δεύτερης έρευνας, του Επιστημονικού Ινστιτούτου Σαν Ραφαέλε στο Μιλάνο ήρθαν να επιβεβαιώσουν τη σημασία της εν λόγω μεθόδου. Η ομάδα της Κιάρα Μπονίνι διαπίστωσε ότι τα γενετικά τροποποιημένα Τ-λεμφοκύτταρα που επανεισάγονται στον ασθενή έχουν διάρκεια τουλάχιστον 14 χρόνων μέσα στον οργανισμό, κάτι που δημιούργησε ελπίδες για μια μόνιμη αντικαρκινική θεραπεία.
Η ερευνήτρια εξήγησε ότι τα εν λόγω κύτταρα μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα «ζωντανό φάρμακο», κάτι σαν εμβόλιο, με τα γενετικά τροποποιημένα Τ-λεμφοκύτταρα όχι μόνο να σκοτώνουν τον καρκίνο αλλά και να πραγματοποιούν «περιπολίες» στον οργανισμό για πολλά χρόνια -ακόμα και για πάντα- αποτρέποντας την επανεμφάνιση της κακοήθειας.
«Τα ευρήματά μας επηρεάζουν σημαντικά τον σχεδιασμό των ανοσοθεραπειών με Τ-λεμφοκύτταρα», ανέφερε η ίδια, τονίζοντας ότι «είμαστε πολύ κοντά στο να γίνουν ευρέως διαθέσιμες στους ασθενείς».
Η πρώτη ενθαρρυντική περίπτωση θεραπείας έγινε γνωστή τον περασμένο Νοέμβριο. Τότε η Λέιλα Ρίτσαρντς, ένα κοριτσάκι ηλικίας ενός έτους στη Βρετανία, έγινε η πρώτη ασθενής παγκοσμίως στην οποία επετεύχθη ανάσχεση της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας χάρη σε πειραματική ανοσοθεραπεία.
Η ιατρική ομάδα του Νοσοκομείου Great Ormond Street του Λονδίνου είχε μιλήσει για «θαύμα», δεδομένου ότι επρόκειτο για μια πολύ επιθετική μορφή καρκίνου, σημειώνοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να περάσουν ένα με δύο χρόνια για να παρακολουθήσουν την υγεία του κοριτσιού.
Πηγή: Έθνος
Το όνομα του δρ. Στάνλεϊ Ρίντελ, ερευνητή του Κέντρου Χάτσινσον του Σιάτλ και καθηγητή Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, έγινε τις προηγούμενες ημέρες γνωστό σε όλον τον κόσμο, καθώς πέτυχε κάτι που μέχρι πρότινος φάνταζε ακατόρθωτο: Εξαφάνισε και το παραμικρό ίχνος καρκίνου σε ασθενείς με λευχαιμία που βρίσκονταν σε τελικό στάδιο και που με τις συμβατικές θεραπείες θα είχαν μόλις μερικούς μήνες ζωής. Για τη ρηξικέλευθη μέθοδο, η οποία αναμένεται να αποτελέσει τον τρίτο πυλώνα της μάχης κατά του καρκίνου, μαζί με την ακτινοβολία και τη χημειοθεραπεία, μίλησε στην εφημερίδα «Έθνος» ο άνθρωπος που έδωσε ελπίδα σε εκατομμύρια ασθενείς.
«Πολλές ομάδες και εταιρίες εργάζονται για να αναπτύξουν μια θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα και να κάνουν αυτές τις θεραπείες διαθέσιμες ευρέως σε ασθενείς στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Η έγκριση για τη θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα που ανιχνεύουν της πρωτεΐνης CD19 στα καρκινικά κύτταρα θα έρθει μέσα στα επόμενα 2 με 3 χρόνια» εκτίμησε ο δρ. Στάνλεϊ Ρίντελ.
Η μέθοδος του
Η ομάδα του ακολούθησε την εξής διαδικασία: Έλαβαν Τ-λεμφοκύτταρα από τον οργανισμό ασθενών με καρκίνους του αίματος, τα οποία στη συνέχεια τροποποίησαν γενετικά, έτσι ώστε να σκοτώνουν τα καρκινικά κύτταρα, και τέλος τα επανεισήγαγαν στον ασθενή σε ενέσιμη μορφή.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της εφημερίδας, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: Ακόμα και καρκινοπαθείς σε προχωρημένο στάδιο και με μεταστάσεις, που δεν αναμενόταν να ζήσουν πάνω από 5 μήνες, βρέθηκαν 18 μήνες αργότερα χωρίς ίχνος της κακοήθειας, κάτι που ο δρ. Ρίντελ χαρακτήρισε «άνευ προηγουμένου στην Ιατρικής».
Τα στατιστικά
Το 94% των ασθενών με οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία εμφάνισαν πλήρη ύφεση της νόσου, ενώ σε κλινικές δοκιμές σε 40 ασθενείς με μη-Χότζκινς λέμφωμα ή χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία, οι μισοί εμφάνισαν πλήρη ύφεση στο ίδιο διάστημα και πάνω από το 80% ανταποκρίθηκαν θετικά.
«Οι θεραπείες έχουν δείξει ότι ενεργούν σε καρκίνους του αίματος και του μυελού των οστών (σ.σ. στους λεγόμενους “υγρούς όγκους”) και, πιο συγκεκριμένα, στη β-οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία, στο μη-Χότζκινς λέμφωμα και στη χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία».
Πάντως, ο δρ. Ρίντελ έκανε γνωστό ότι «αυτήν την περίοδο ξεκινούν σε διαφορετικά ερευνητικά κέντρα οι πρώτες δοκιμές σε μη υγρούς καρκίνους».
«Η θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα είναι ένα από τα πολλά είδη ανοσοθεραπείας που έχουν εντυπωσιακά αποτελέσματα στις κλινικές δοκιμές. Αυτές οι νέες θεραπείες μπορεί να είναι αποτελεσματικές είτε από μόνες τους είτε σε συνδυασμό με τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία/φαρμακοθεραπεία», σχολίασε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας στο Σιάτλ.
Ένσταση για την ασφάλεια της μεθόδου
Η βασική ένσταση που έχει διατυπωθεί έχει να κάνει με την ασφάλεια της μεθόδου. Στις κλινικές δοκιμές ορισμένοι ασθενείς, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας, εμφάνισαν παρενέργειες (πυρετό, υπόταση), ενώ δύο απεβίωσαν.
«Η ασφάλεια είναι ένα σημαντικό ζήτημα και είναι αλήθεια ότι η θεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα μπορεί να έχει σοβαρές παρενέργειες σε ορισμένους ασθενείς. Αρχίζουμε να κατανοούμε γιατί ορισμένοι ασθενείς παρουσιάζουν παρενέργειες και αναπτύσσουμε θεραπείες που να τις μειώνουν».
Η ομάδα θεωρεί ότι μειώνοντας τη δόση Τ-λεμφοκυττάρων θα μειώσει και τις παρενέργειες. Ωστόσο σημειώνει ότι «το προφίλ ασφαλείας αυτής της θεραπείας είναι παρόμοιο με εκείνο εναλλακτικών θεραπειών που θα λάμβαναν αυτοί οι ασθενείς».
Μια μάχη που κρατάει 20 χρόνια
Ο Ριντέλ δίνει εδώ και 20 χρόνια τη μάχη ενάντια στον καρκίνο με τη βοήθεια των Τ- λεμφοκυττάρων. Εχοντας εξειδικευθεί στην ογκολογία και την ανοσολογία, ο Ριντέλ έγινε μέλος του Κέντρου Αντικαρκινικών Ερευνών Φρεντ Χάτσινσον του Σιάτλ το 1991, ενώ το 2000 έγινε καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον.
Μαζί με 23 συναδέλφους του στο Φρεντ Χάτσινσον και το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον έγιναν το 2010 η πρώτη ομάδα που έλαβε το Βραβείο Επιστήμης της Διεθνούς Εταιρείας Βιολογικής Θεραπείας του Καρκίνου για κλινική μεταφορά της ανοσοθεραπείας κατά του καρκίνου.
Συνεργασία με ερευνητές
Πολλά ερευνητικά ιδρύματα προσπαθούν να τελειοποιήσουν την ανοσοθεραπεία με Τ-λεμφοκύτταρα. Η ίδια η ομάδα του δρος Ριντέλ συνεργάζεται με πολλές επιστημονικές ομάδες σε όλον τον κόσμο και, όπως μας είπε, «η μέθοδος που ερευνούμε στις κλινικές δοκιμές κατά της λευχαιμίας προήλθε από μια συνεργασία του εργαστηρίου μου με το εργαστήριο του δρος Μπους στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου».
Τα αποτελέσματα δεύτερης έρευνας επιβεβαιώνουν
Παράλληλα με τις ανακοινώσεις της ομάδας του Στάνλεϊ Ριντέλ, τα αποτελέσματα μιας δεύτερης έρευνας, του Επιστημονικού Ινστιτούτου Σαν Ραφαέλε στο Μιλάνο ήρθαν να επιβεβαιώσουν τη σημασία της εν λόγω μεθόδου. Η ομάδα της Κιάρα Μπονίνι διαπίστωσε ότι τα γενετικά τροποποιημένα Τ-λεμφοκύτταρα που επανεισάγονται στον ασθενή έχουν διάρκεια τουλάχιστον 14 χρόνων μέσα στον οργανισμό, κάτι που δημιούργησε ελπίδες για μια μόνιμη αντικαρκινική θεραπεία.
Η ερευνήτρια εξήγησε ότι τα εν λόγω κύτταρα μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα «ζωντανό φάρμακο», κάτι σαν εμβόλιο, με τα γενετικά τροποποιημένα Τ-λεμφοκύτταρα όχι μόνο να σκοτώνουν τον καρκίνο αλλά και να πραγματοποιούν «περιπολίες» στον οργανισμό για πολλά χρόνια -ακόμα και για πάντα- αποτρέποντας την επανεμφάνιση της κακοήθειας.
«Τα ευρήματά μας επηρεάζουν σημαντικά τον σχεδιασμό των ανοσοθεραπειών με Τ-λεμφοκύτταρα», ανέφερε η ίδια, τονίζοντας ότι «είμαστε πολύ κοντά στο να γίνουν ευρέως διαθέσιμες στους ασθενείς».
Η πρώτη ενθαρρυντική περίπτωση θεραπείας έγινε γνωστή τον περασμένο Νοέμβριο. Τότε η Λέιλα Ρίτσαρντς, ένα κοριτσάκι ηλικίας ενός έτους στη Βρετανία, έγινε η πρώτη ασθενής παγκοσμίως στην οποία επετεύχθη ανάσχεση της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας χάρη σε πειραματική ανοσοθεραπεία.
Η ιατρική ομάδα του Νοσοκομείου Great Ormond Street του Λονδίνου είχε μιλήσει για «θαύμα», δεδομένου ότι επρόκειτο για μια πολύ επιθετική μορφή καρκίνου, σημειώνοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να περάσουν ένα με δύο χρόνια για να παρακολουθήσουν την υγεία του κοριτσιού.
Πηγή: Έθνος